διέδρων

διέδρων
δίεδρος
sitting apart
masc/fem/neut gen pl

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Look at other dictionaries:

  • κρυσταλλογραφία — Η επιστημονική μελέτη των κρυστάλλων. Ένας κρύσταλλος αποτελεί μία στερεά ουσία με καθορισμένο γεωμετρικό σχήμα, που παρουσιάζει έναν ορισμένο αριθμό επίπεδων εδρών και μπορεί να παραβληθεί με ένα πολύεδρο (κρυσταλλικό πολύεδρο). Χαρακτηριστικό… …   Dictionary of Greek

  • τρίγωνο — Γεωμετρικό σχήμα που προκύπτει αν τρία σημεία, τα οποία δεν βρίσκονται σε ευθεία, συνδεθούν ανά δύο με ευθύγραμμα τμήματα. Τα τρία τμήματα των ευθειών καλούνται πλευρές και τα σημεία κορυφές του τ. Ως προς τις πλευρές, το τ. μπορεί να είναι… …   Dictionary of Greek

  • τρίεδρο — Στερεό γεωμετρικό σχήμα, που προκύπτει από τρία τεμνόμενα επίπεδα, οι τομές των οποίων συναντώνται σε κοινό σημείο. Έστω Ο ένα σημείο του χώρου και a, b, c, τρεις ημιευθείες που δεν βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο και διέρχονται από το Ο. Το… …   Dictionary of Greek

  • τρίγωνο — το 1. γεωμετρικό σχήμα με τρεις γωνίες και τρεις πλευρές, τρίπλευρο. 2. όργανο των σχεδιαστών σε σχήμα ορθογώνιου τριγώνου. 3. ξυλουργικό εργαλείο σε παρόμοιο σχήμα για εξακρίβωση δίεδρων γωνιών, η «γωνιά». 4. μεταλλικό μουσικό όργανο σε σχήμα… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”